Θεραπείες των Νοσημάτων στο ‘Βυζάντιο’ (Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ή Ρωμανία) – Μέρος τρίτο

Κακοήθειες

Περιλαμβάνονταν οι όροι καρκινώματα, καρκινώδεις όγκοι, κακοήθη έλκη, κακοήθεις μέλανες. Η διάγνωση της κακοήθειας γινόταν είτε από τα χαρακτηριστικά του όγκου ή από μια σειρά διαγνωστικών εξετάσεων, όπως η ουροσκοπία, η παρακέντηση, η εξέταση
κοπράνων και η εξέταση διά διόπτρας. Η θεραπευτική αντιμετώπιση της κακοήθειας γινόταν με δύο τρόπους: με χειρουργική και συντηρητική θεραπεία. Η χειρουργική θεραπεία περιελάμβανε εκτομή του όγκου, ενώ η συντηρητική θεραπεία τη φλεβοτομία, την κάθαρση, την ειδική δίαιτα, τη φαρμακευτική αγωγή και τη φυσικοθεραπεία. Η φλεβοτομία αποτελούσε μέθοδο εκλογής για την απαλλαγή του οργανισμού από το μελαγχολικό χυμό, ο οποίος ευθυνόταν για τη νόσο. Για την κάθαρση του σώματος χρησιμοποιούσαν ακόμη ισχυρά φαρμακευτικά σκευάσματα με βάση τον ελλέβορο, με τα οποία προκαλούσαν ισχυρούς εμέτους, άφθονους ιδρώτες και κενώσεις, που σκοπό είχαν την αποβολή του πάσχοντος χυμού από το σώμα του ασθενούς. Για τη θεραπεία των κακοήθων ελκών χρησιμοποιούσαν φάρμακα με τη μορφή εμπλάστρων.

3bbf5-1395156_233895230106575_51795246_n.jpg

Ορθοπαιδική

Τα κατάγματα διακρίνονταν σε απλά και επιπλεγμένα και ανάλογα με τη μορφή τους ήταν και η θεραπεία τους. Η αντιμετώπιση των απλών καταγμάτων γινόταν με ακινητοποίηση και επίδεση. Η πώρωση του κατάγματος προήγετο με χρήση διαφόρων ζωικών, χημικών και φυτικών ουσιών, οι οποίες χρησιμοποιούνταν με τη μορφή εμπλάστρων, αλειμμάτων ή επιθεμάτων. Για τη στήριξη του κατεαγόντος σκέλους, την ακινητοποίησή του και την προαγωγή της διαδικασίας της πώρωσης του οστού χρησιμοποιείτο ειδικό ορθοπαιδικό μηχάνημα από τον Ορειβάσιο, το μηχανικόν γλωσσοκόμον όργανον και από τον Αέτιο ειδικά καταπλάσματα για πώρωση και
αποκατάσταση. Για ασηψία στο επιπεπλεγμένο κάταγμα χρησιμοποιούσαν την αφλέγμαντο κηρωτή, την τετραφάρμακο, το ξύδι και διάφορα χημικά σκευάσματα. Ακόμη, συνίστατο υγιεινοδιαιτητική αγωγή και φλεβοτομία. Κατά το Λέοντα τον Ιατροσοφιστή «…ἑξάρθημα λέγεται ὅταν τά ἠρμοσμένα ὀστᾶ παρακινηθῆ, οἶον ὁ πῆχυς ἐκ τοῦ βραχίονος, εἰ δέ ἔτι ἔπ’ ὀλίγον μεταστεί, λέγεται παράρθημα…», το οποίο αντιμετωπιζόταν με καταπλάσματα, φυσικοθεραπεία και τρίψεις. Η ισχιαλγία απαντάτο με τον όρο ισχιάς. Η θεραπεία της περιελάμβανε φάρμακα, φυσικοθεραπεία, λουτροθεραπεία, κάθαρση και φλεβοτομία. Φαρμακευτικά από του στόματος χορηγούσαν ελλέβορο, δροσάτον και αντίδοτον Μιθριδάτου. Ακόμη γινόταν θεραπεία διά υποκλυσμού φυτικών εκχυλισμάτων. Μέρος της αποκατάστασης ήταν η λουτροθεραπεία και η φλεβοτομία, που κατά τον Αέτιο «…γρήγορα θεραπεύει…».

Παιδιατρική

Τα νοσήματα της παιδικής ηλικίας κατά τη βυζαντινή εποχή ήταν περίπου τα ίδια με σήμερα, ενώ κάποια έχουν μειωθεί λόγω της βελτίωσης των συνθηκών υγιεινής και διατροφής. Έτσι, στα εξανθηματικά νοσήματα, στο θηλασμό, στα νοσήματα του αναπνευστικού και του νευρικού συστήματος και στην υγιεινοδιαιτητική αγωγή των παιδιών, εστιαζόταν ο τομέας της Παιδιατρικής. Για τα εξανθηματικά νοσήματα, ο Αέτιος σύστηνε λουτρά και επιθέματα. «…Περί ἐξανθημάτων παιδίων…τά νήπια διαφόροις περιπίπτει νοσήμασιν, ὥστε σύν τοῖς ἄλλοις καί ἐξανθήματα, καί φλυκταίνας καί κάθυγρα ἕλκη τῆς ἐπιφανείας γίγνεσθαι…λούομεν δέ αὐτούς ἀφεψίματι ρόδων…». Η πρώτη τροφή του βρέφους ήταν το μέλι και ο χρόνος έναρξης του θηλασμού ήταν το διάστημα από την 3η–5η ημέρα από τη γέννηση. Σε περίπτωση αδυναμίας θηλασμού από τη μητέρα, το θηλασμό αναλάμβανε τροφός, η τιτθή. Ο θηλασμός διαρκούσε μέχρι την ηλικία των 2 ετών και ακολουθούσε βαθμιαίος απογαλακτισμός. Για την αντιμετώπιση του βήχα χορηγούνταν καραμέλες (παστίλιες), οι οποίες περιείχαν φυτικά εκχυλίσματα. Για τη θεραπεία του βρογχικού άσθματος χορηγούνταν σιρόπια με φυτική και χημική σύσταση. Για τη θεραπεία της υδροκεφαλίας συστηνόταν χειρουργική και συντηρητική αντιμετώπιση. Στα παιδιά απαγορευόταν η χρήση υπναγωγών φαρμάκων, προτείνονταν αθλοπαιδιές από τον Αέτιο «…άνεσις και ιλαρότητα γυμνασίων…», ενώ αναφέρονταν και οι υγιείς επιδράσεις της διαβίωσης στην εξοχή.

Πνευμονολογικά νοσήματα

Αναφέρονταν με τους όρους άσθμα, πνευμονία, φύμα πνεύμονος (φυματίωση), κατάρρους (κοινό κρυολόγημα) και καρκίνος πνεύμονα. Οι πάσχοντες από άσθμα ονομάζονταν ασθματικοί, ορθίως δυσπνούντες ή ορθοπνοϊκοί. Για τη θεραπεία χρησιμοποιούνταν φάρμακα (ζωικά, φυτικά και χημικά), ενώ τονιζόταν η διαβίωση σε υγιεινό χώρο. Επίσης,
γίνονταν εισπνοές με τη μορφή του υποκαπνισμού, χρησιμοποιούνταν επιθέματα για την ανακούφιση των συμπτωμάτων, καθώς και λουτροθεραπεία. Για την πνευμονία γινόταν χρήση ισπαχάτη λίθου, φλεβοτομίας και αφεψημάτων. Η φυματίωση «…ἐστὶν ἕλκος ἐν πνεύμονι…» και εκδηλωνόταν με καχεξία και αιματηρά πτύελα, ενώ χρησιμοποιούνταν φάρμακα σε μορφή σιροπιών, αντιδότων ή εμπλάστρων για την ανακούφιση του ασθενούς. Εκτός της φαρμακευτικής αγωγής, προτείνονταν η διαβίωση σε ορεινή περιοχή και η συχνή κατανάλωση όνειου γάλακτος (γαϊδουρινού). Το κοινό κρυολόγημα αντιμετωπιζόταν με ειδική δίαιτα, λουτροθεραπεία, εισπνοές και φάρμακα και η κακοήθεια του πνεύμονα με παρακέντηση θώρακα για την αφαίρεση του πλευριτικού υγρού και με έμπλαστρα.

Ρευματολογία

Περιλαμβάνονταν ασθένειες με το γενικό όρο αρθρίτιδες, αλλά οι ιατροί της περιόδου κάνουν διάκριση μεταξύ των διαφόρων μορφών: «…Περὶ ἀρθρίτιδος καὶ ποδάγρας καὶ ἰσχιάδος. Ἀρθρῖτις γίνεται, ὅταν φλέγμα μυξῶδες, ἢ χολὴ ἐπιρρεύσῃ ἐν τοῖς συνδέσμοις τῶν ἄρθρων, καὶ εἰ μὲν εἰς ὅλα τὰ ἄρθρα γένηται, λέγεται ἀρθρῖτις, εἰ δὲ εἰς τοὺς πόδας, λέγεται ποδάγρα· εἰ δὲ εἰς τὴν κοτύλην, λέγεται ἰσχιάς…». Διαχωρισμό κάνει και ο Αέτιος, αναφέροντας ότι «…ποδάγρας και ἀρθρίτιδος ἐστί πλεονεξία τινός χυμού, καταλαμβάνουσα τὴν πάσχουσα διάρθρωσιν, ἢς πληρωθείσης συμβαίνει τείνεσθαι τοῖς παρακείμενοις νευρώδωσι σώμασι και τούτω γίγνεσθαι τήν οδύνην…». Ο γενικός όρος αρθρίτις, πιθανότατα να οφειλόταν στον τρόπο δημιουργίας του νοσήματος, ο οποίος ήταν η υπερπαραγωγή κάποιου χυμού που καταλάμβανε την άρθρωση και προκαλούσε την επώδυνη συμπτωματολογία. Η θεραπεία των αρθρίτιδων σκοπό είχε την απομάκρυνση του παθολογικού χυμού που προκαλούσε τα προβλήματα στην άρθρωση. Για να επιτευχθεί αυτό γινόταν φλεβοτομία, υποκαπνισμός, κάθαρσις του σώματος, ενώ χορηγούνταν αντιρευματικά φάρμακα και αντίδοτα. Η φυσικοθεραπευτική αντιμετώπιση περιελάμβανε μαλάξεις και λουτροθεραπεία, με φυτικά εκχυλίσματα βοτάνων. Ακόμη και η ηλιοθεραπεία ήταν ευεργετική, καθώς και η διαμονή σε παραθαλάσσιες περιοχές. Οι διαιτητικοί περιορισμοί της νόσου επέβαλαν αποχή από το κρέας, το κρασί, συγκεκριμένους ξηρούς καρπούς και λαχανικά (όπως κρεμμύδι, σκόρδα, πράσα κ.λπ.) και εντόσθια. Ακόμη, συστηνόταν η αποχή από τις σεξουαλικές σχέσεις. Φαρμακευτικά, χορηγούνταν σκευάσματα που περιείχαν κολχικίνη και τοπικά στην πάσχουσα περιοχή τοποθετούνταν επιθέματα από κύπρο και πήγανο.

Λοιμώδη νοσήματα

Σε αυτά περιλαμβάνονταν: λέπρα, πανώλης, λύσσα, χολέρα, τέτανος και τριταίος-τεταρταίος πυρετός. «…Λέπρα γίνεται ἐπὶ χυμῷ διαβρωτικῷ, ὅθεν καὶ λεπίδες ἀποπίπτουσιν ἔστι δὲ τὸ πάθος, εἰ κατακρατήσῃ ἀνίατον…». Η λέπρα ονομαζόταν και ελεφαντίασις. Ο Αέτιος συνιστούσε τη χρήση ενός αφεψήματος από σταυροβότανο, το οποίο δρούσε προληπτικά έναντι της νόσου. Για την πρόληψη της μετάδοσης της νόσου επικρατούσε η άποψη της απομόνωσης των πασχόντων σε ειδικούς χώρους μακριά από τις πόλεις. Η Εκκλησία (διά των Πατέρων Μ. Βασιλείου, Γρηγορίου Νύσσης και Ιωάννου του Χρυσοστόμου) αναφέρεται στη δυστυχία των λεπρών και φροντίζει για την ίδρυση των πρώτων χώρων περίθαλψης. Για την προστασία από την πανώλη χορηγείτο φάρμακο από το Νικόλαο Μυρεψό, το οποίο αποτελείτο από φυσικές και χημικές ουσίες. Η λύσσα
αναφερόταν ως υδροφοβικόν πάθος και χορηγείτο προληπτική και θεραπευτική αγωγή, η οποία «…προφυλάσσει …τῷ ὑδροφοβικό πάθει καί τούς ἤδη περιπεπτοκώτας ἀνασώζει…». Διάφορες φαρμακευτικές συνταγές χορηγούνταν για την αντιμετώπιση της νόσου. Από το Νικόλαο Μυρεψό συστηνόταν θηριακή του Ανδρομάχου, ενώ ο Συμεών Σηθ χρησιμοποιούσε ένα κατάπλασμα, το οποίο ήταν από «…άγριο δυόσμο, τριμμένο με αλάτι…» για τη θεραπεία. Στη χολέρα αναφερόταν η πλειονότητα των ιατρών. Η αφυδάτωση που προκαλείτο από τους εμέτους αντιμετωπιζόταν με χορήγηση υγρών, με θεραπευτικούς υποκλυσμούς, υγιεινοδιαιτητική αγωγή, λουτροθεραπεία και φάρμακα. Ο τέτανος περιγραφόταν ως σπασμός και διακρινόταν σε εμπροσθότονο και οπισθότονο. «…Ὁ δὲ τέτανος σπασμός τις ὢν καὶ αὐτός, …ὅτε μὲν εἰς τὸ πρόσω τείνεται τὰ μόρια τοῦ σώματος, λέγεται τὸ πάθος ἐμπροσθότονος, ὅταν δὲ εἰς τοὐπίσω, καλεῖται ὀπισθότονος…».
Θεραπευτικά, γινόταν φλεβοτομία και υποκλυσμός με φυτικά εκχυλίσματα. Η ευλογιά περιγραφόταν ως λοιμική φλυκταίνουσα και αντιμετωπιζόταν με είλιγμα φυτικής προέλευσης. Κατά το Ραζή, η ευλογιά περιγραφόταν ως «…συνεχής πυρετός, οδύνη, κνησμός…». Η θεραπευτική παρέμβαση έγκειτο στην καθαριότητα των δερματικών
βλαβών, στη φλεβοτομία και στην ψύξη του σώματος.

(Τέλος)

(Πηγή: η επιστημονική δημοσίευση “Θεραπείες των Νοσημάτων στο Βυζάντιο“, του Νικόλαου Σταυρακάκη, ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ 2014, 53(4): 334–342 • HELLENIC JOURNAL OF NURSING 2014, 53(4): 334–342)

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

Blog at WordPress.com.

Up ↑

%d bloggers like this: